Προς τη μεγάλη απόφαση να πωλήσει ή ολόκληρο το ποσοστό του 51% της ΔΕΗ που κατέχει σήμερα ή, το πολύ, να κρατήσει ένα ποσοστό της τάξης του 15%, αλλά να παραχωρήσει ταυτοχρόνως και το μάνατζμεντ της επιχείρησης, οδηγείται η κυβέρνηση. Το έως χθες επιδιωκόμενο σενάριο της πώλησης του 17% και διακράτησης του 34% και του μάνατζμεντ από το Δημόσιο, έχει τεθεί ήδη εκ των πραγμάτων εκτός παιδιάς.
Σύμφωνα με απολύτως διασταυρωμένες πληροφορίες, η κυβέρνηση αφού εξέτασε όλες τις παραμέτρους που σχετίζονται με το παρόν και κυρίως με το μέλλον της ΔΕΗ, φαίνεται ότι καταλήγει πλέον προς ριζοσπαστικές λύσεις, αφήνοντας πίσω της τη μέχρι τώρα επίσημη θέση της περί πώλησης μόνον του 17%. Τα μηνύματα που πήρε από την αγορά, από εγχώριους και ξένους μνηστήρες, δεν ήταν σε καμία περίπτωση τα αναμενόμενα. Η συνταγή τμηματικής πώλησης ποσοστών δεν έχει πλέον καμία τύχη και ουσιαστικά κανένα κίνητρο για τους ενδιαφερόμενους.
Είναι χαρακτηριστική η απάντηση που έδωσε ξένος όμιλος προς τον οποίο έγινε «φιλική κρούση», για να διαπιστωθεί από ελληνικής πλευράς η ύπαρξη ενδιαφέροντος από την πλευρά του. «Να πάρουμε, και μάλιστα μέσω προσφορών και χτυπημάτων με άλλους ενδιαφερόμενους, το 17% και να μην γνωρίζουμε το μέλλον της ενεργειακής αγοράς στη χώρα σας και, πολύ περισσότερο, να μην έχουμε ουσιαστικό λόγο και έλεγχο του μάνατζμεντ; Μα δεν είμαστε ένα οποιοδήποτε fund, που θα είχε (αν είχε) δικούς του λόγους να κάνει κάτι τέτοιο. Είστε σε λάθος κατεύθυνση!»
Το γεγονός αυτό θορύβησε το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και τον ίδιο τον πρωθυπουργό, προς τον οποίο μεταφέρθηκε το αρνητικό κλίμα, κυρίως από τον υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Στο γραφείο του τελευταίου, μάλιστα, στο τέλος της περασμένης εβδομάδας κλήθηκαν οι υπεύθυνοι της ΔΕΗ, της ΔΕΠΑ, του ΔΕΣΦΑ και των ΕΛΠΕ και με την παρουσία της ηγεσίας του ΥΠΕΚΑ (η κ. Μπιρμπίλη τελικά δεν πήγε η ίδια, αλλά έστειλε άνθρωπό της). Στην «επεισοδιακή» αυτή σύσκεψη ακούστηκαν από ένα σημείο και μετά αρκετά... γαλλικά. Η κάθε μία πλευρά παρέμενε στις δικές της θέσεις, οι οποίες δεν οδηγούν βεβαίως σε λύση του συνολικότερου ενεργειακού προβλήματος, αντιθέτως το περιπλέκουν και έτσι καθηλώνουν την κυβέρνηση.
Αποτέλεσμα; Ο κ. Παπακωνσταντίνου λέγεται ότι εξεμάνη και ζήτησε να τα βρουν μεταξύ τους οι εμπλεκόμενες πλευρές «σε 10 ημέρες, αλλιώς θα ληφθούν αποφάσεις ερήμην σας».
Προ του διαγραφόμενου νέου αδιεξόδου και «αφού είχαν ήδη χαθεί οκτώ μήνες άσκοπων αναζητήσεων» για ανταλλαγή ισχύος με μονάδες άλλων χωρών, (εισήγηση που έγινε από την PWHC και απέτυχε), η κυβέρνηση προσανατολίζεται τελικά προς δύο σενάρια: Το πρώτο αφορά στην πλήρη ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, με πώληση του 51%, καθώς η περίπτωση αυτή συγκεντρώνει τα περισσότερα πλεονεκτήματα κατά τους υποστηρικτές αυτής της πρότασης. Μία πλήρως ιδιωτικοποιημένη ΔΕΗ, απαλλαγμένη από αγκυλώσεις που την έφεραν στη σημερινή θέση θα μπορεί να είναι απείρως ανταγωνιστικότερη έναντι άλλων ενεργειακών εταιρειών.
Υπάρχει μάλιστα η εκτίμηση, μέχρι βαθμού βεβαιότητας, στους υποστηρικτές αυτής της λύσης ότι οι ιδιώτες παραγωγοί θα δυσκολευτούν πάρα πολύ όταν θα έχουν απέναντί τους μια άλλη από τη σημερινή ΔΕΗ. Η τιμολογιακή της πολιτική θα παραμείνει προσιτή προς το ευρύ κοινωνικό σύνολο, θα αυξηθεί η προστιθέμενη αξία της και ο νέος της ιδιοκτήτης θα επενδύσει σε νέες μονάδες, κλείνοντας τις παλαιές και ρυπογόνες, κάτι που σήμερα δεν μπορεί να κάνει η ΔΕΗ. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μονάδα της Μελίτης ΙΙ αλλά και η Πτολεμαΐδα 5 δεν μπορούν σήμερα να κατασκευαστούν με κεφάλαια της ΔΕΗ, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν αποταμιευτεί τόσα χρόνια. Λύσεις υπήρχαν και υπάρχουν, απλώς δεν προχώρησαν ποτέ λόγω αγκυλώσεων κάθε είδους.
Θα μπορούσε π.χ. να πωληθεί ένα «πακέτο» αποτελούμενο από τις μονάδες στη Μελίτη Ι, την Βεύη και την Αχλάδα, να δημιουργηθεί μια κοινοπραξία με τον ιδιώτη που θα έπαιρνε το πωλούμενο ποσοστό και με τα κεφάλαια αυτά η ΔΕΗ θα έφτιαχνε τις νέες της μονάδες.
Η κυβέρνηση φέρεται ότι εξετάζει και μια εναλλακτική πρόταση: τη διακράτηση ποσοστού της τάξης του 15% και την ύπαρξη «μεικτού μάνατζμεντ» με τον αγοραστή του 36%. Θα έχανε μεν στην περίπτωση αυτή ένα μέρος από το premium που προσδοκά αν πωλήσει το 51%, αλλά σε 2-3 χρόνια, από την υπεραξία που θα δημιουργούνταν, θα πωλούσε και το υπόλοιπο 15% εισπράττοντας αναλογικά σαφώς υψηλότερο τίμημα. Αυτή η λύση αποτελεί και διέξοδο στις όποιες αντιδράσεις εγείρει η πώληση ολόκληρου του ποσοστού που κατέχει το Δημόσιο και αρχίζει να κερδίζει έδαφος, κυρίως μεταξύ κυβερνητικών στελεχών που επιμένουν να ακολουθούν άλλη ρότα.
Οι «ιστορίες για αγρίους» στη ΔΕΠΑ και ο παρασκηνιακός πόλεμος
Η Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (ΔΕΠΑ) αποτελεί από μόνη της μία ιδιάζουσα περίπτωση, που μόνον σε μία ανερμάτιστη αγορά, όπως η ελληνική, θα μπορούσε να υπάρχει και αντί να λύνει, να δημιουργεί προβλήματα και προσκόμματα στο Δημόσιο, στο οποίο μάλιστα ανήκει εξ ολοκλήρου! Η περιουσία της ΔΕΠΑ σήμερα αποτελείται από το συμβόλαιο που έχει με τους Ρώσους για εισαγωγή φυσικού αερίου και από τη σχέση της με τη ΔΕΗ και δύο ακόμα ιδιώτες πελάτες της.Η κυβέρνηση αρχικά ανακοίνωσε ότι θα πωλήσει το 34% της εταιρείας, αλλά οι σύμβουλοι (Alpha Bank, Rothschild και UBS) προτείνουν πώληση του 65%, καθώς το 35% το κατέχουν τα ΕΛΠΕ, ενώ η ΔΕΗ δεν έχει εξασκήσει την option που έχει για αγορά του 30%. Πώς όμως θα εκτιμηθεί η αξία της, όταν η σύμβαση με τη ΔΕΗ δεν έχει υπογραφεί ακόμα, κι ας έχει λήξει από το 2009; Και γιατί δεν υπάρχει νέα σύμβαση; Διότι η ΔΕΠΑ ζητάει μεγαλύτερη τιμή από τη ΔΕΗ, σε σχέση με αυτή που πουλάει στους ιδιώτες, κι ας είναι η ΔΕΗ ο μεγαλύτερος καταναλωτής (65%) φυσικού αερίου στην Ελλάδα!
Υπάρχει όμως και ένα ακόμα «αγκάθι» μεταξύ των δύο εταιρειών που δεν είναι γνωστό και το φέρνει στο φως της δημοσιότητας η «Ι» σήμερα. Η ΔΕΠΑ έχει οφειλές στη ΔΕΗ ύψους 130 εκατ. ευρώ και δεν τις εκπληρώνει, με αποτέλεσμα στην ουσία να υπάρχει ένας παρασκηνιακός πόλεμος, αντί να έχει οικοδομηθεί μία συμφέρουσα και για τις δύο επιχειρήσεις συνεργασία. Συνεπώς, εκτιμώντας όλες τις παραπάνω παραμέτρους, θα πρέπει να αναλογιστεί κάποιος ποια αξία μπορεί να έχει με αυτές τις συνθήκες η ΔΕΠΑ, όταν μάλιστα είναι μια καθαρά εμπορική εταιρεία, αφού τα δίκτυα ανήκουν στον ΔΕΣΦΑ; Προκύπτουν όμως παράλληλα και πολλά ερωτήματα για το ποιος τελικά διορίζει διοικήσεις, ποιος αποφασίζει και ποιες «ομάδες παραγόντων» διαγκωνίζονται για συμφέροντα, που μόνον το Δημόσιο και τους πολίτες δεν υπηρετούν εντέλει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου